Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2017

Ambert Alert - Επανεμφάνιση ηλικιωμένων

Υπάρχουν κάποιες ειδήσεις που τις διαβάζεις και ξέρεις ότι έχουν συμβεί στην Ελλάδα. Ξαφνικά έχουμε πάλι δεκαετία του ’80, τα ρούχα είναι λαμέ κι έχουν βάτες, έχουμε όλοι άσχημα μαλλιά, τα τσακάλια καβαλάνε τις μηχανές τους και μαρσάρουν εκκωφαντικά, ο Μάρκος Λεζές κάνει πους απς στο «the Κόπανοι» κι ήταν όλοι τους εκεί κι η Σοφία κι ο Σταμάτης. Το ότι επιστρέψαμε με κάποιον τρόπο στα ‘80s είναι η μόνη λογική εξήγηση στο άκουσμα της είδησης για κόντρες στα λιμανάκια και συμπλοκής με την αστυνομία. Μαθαίνουμε λοιπόν ότι μέσω ιστοσελίδας διοργανώθηκε συνάντηση οδηγών και θεατών στο Ribas στη Βάρκιζα με σκοπό «να θυμηθούνε τα παλιά meet». Το «ραντεβού στα γουναράδικα» έγινε «ραντεβού στα κοντράδικα», με την αστυνομία να σχολιάζει κάτω από το άρθρο «θα είμαστε εκεί» και τους οδηγούς να απαντάνε «oi mpatsoi tha katevasoun ola ta ftiagmena skoda poy exoyn simera. emeis den masame omos». Πιθανότατα το παραπάνω ήταν αποτέλεσμα εκτεταμένης τηλεθέασης Dukes με βλαχοσερίφηδες με σαραβαλιασμένα περιπολικά να κυνηγάνε φτιαγμένα κόκκινα αυτοκίνητα. 



 Η «εκδήλωση για τα παλιά» μάζεψε περίπου 500 άτομα και όταν έκαναν την εμφάνιση τους τα «καρουμπαλάδικα» όπως τα αποκαλούν για να αποτρέψουν τους αγώνες, μερίδα θεατών άρχισε να πετάει πέτρες, φωτοβολίδες και βόμβες μολότοφ. Το άρθρο λέει ότι ήταν αυτοσχέδιες οι βόμβες μολότοφ, αλλά πάντα αναρωτιόμουν πως γίνεται να μην είναι αυτοσχέδιες («Καλησπέρα σας, μήπως έχετε βόμβες μολότοφ; Αχ σας έχουν τελειώσει τα φιτίλια και δεν ήρθε ο τυλιχτής σήμερα ε; Όχι, δεν ενδιαφέρομαι για καπνογόνα. Καλά ευχαριστώ, θα ξαναπεράσω»). Στο σημείο έφτασαν τα ΜΑΤ, άλλοι κατέληξαν στο ΚΑΤ κι άλλοι στο τμήμα κι η λεωφόρος Αθηνών-Σουνίου έκλεισε για ώρες για να απομακρυνθούν οι πέτρες, αλλά όχι η μυρωδιά από τα καμένα λάστιχα. Την επόμενη φορά δεν χρειάζεται να δημιουργηθεί event στο Facebook ή να γραφτεί σε όλα τα sites, μπορεί να μην το μάθει όλη η αστυνομία. Ένα διαφημιστικό στην τηλεόραση χρειάζεται να είμαστε σίγουροι ότι θα το ανακάλυπτε μέχρι κι ο Έλληνας επιθεωρητής Κλουζώ.
Μιας και πιάσαμε τα αυτοκίνητα και την αστυνομία σήμερα, ας συνεχίσουμε με σχετικές ειδήσεις, άλλα άσχετα περιστατικά. Προσέχοντας τις πέτρες φεύγουμε από τη Βάρκιζα και μεταφερόμαστε στο Colombus του Ohio. Υπάρχουν φορές που για κάποιον λόγο θα χρησιμοποιήσεις την υπερβολή είτε για να εντυπωσιάσεις τον ακροατή σου είτε για να κερδίσεις κάτι. Τις περισσότερες φορές αυτή η υπερβολή θα σου γυρίσει «μπούμερανγκ» και θα καταλήξεις να μαζεύεις τα λόγια σου και τα μούτρα σου που θα έχουν πέσει στο πάτωμα. «Εννοείται ότι σε γουστάρει ρε, φαίνεται καθαρά. Αν την ρώτησα; Ναι και μου το είπε. Εντάξει, όχι ξεκάθαρα, αλλά κατάλαβες. Το παραδέχτηκε». Η κατάληξη είναι πιο προφανής κι από τέλος ελληνικής ταινίας με τον πρωταγωνιστή να φιλιέται με την πρωταγωνίστρια, ενώ το πλάνο κλείνει σιγά – σιγά και τα γραφικά της εποχής φροντίζουν για το «ΤΕΛΟΣ».
Η Jessica Pickett ειδοποίησε τη Δευτέρα το πρωί την αστυνομία για την απαγωγή του παιδιού της. Η άτυχη μάνα ανέφερε στην αστυνομία ότι έβαλε την 4χρονη κόρη της στο αυτοκίνητο της και ξαναμπήκε στο σπίτι να πάρει άλλο ένα παιδί. Τo αυτοκίνητο ήταν αναμμένο για να ζεσταθεί η μηχανή, αλλά όταν βγήκε πάλι έξω, λογικά παρέμενε αναμμένο, αλλά σίγουρα όχι εκεί. Το συμβάν κινητοποίησε την αστυνομία, με τους αστυνομικούς να πετάνε τα μισοφαγωμένα donuts τους, να βάζουν τα Rayban και να βγάζουν amber alert για την εξαφάνιση της μικρής. Το αυτοκίνητο βρέθηκε λίγο πιο μετά και λίγο πιο μακριά από το σημείο που κλάπηκε, αλλά χωρίς παιδί μέσα.

Ο 22χρονος Bradley Stroud συνελήφθη για την κλοπή, αλλά το παιδί δεν βρέθηκε στο αυτοκίνητο, αλλά στο σπίτι της θείας του. Η έρευνα της αστυνομίας έδειξε ότι το παιδί ήταν στο σπίτι της θείας του από την Κυριακή, μια μέρα πριν την κλοπή του αυτοκινήτου. Η Jessica Pickett, πιθανότατα δεν είναι Ελληνίδα στην καταγωγή, αλλά είναι σίγουρα στη «λαμογιά». Μετά την ανακάλυψη της αστυνομίας, παραδέχτηκε ότι είπε ψέματα ότι το παιδί ήταν στο αυτοκίνητο, ώστε να δοθεί προτεραιότητα στην υπόθεση και να βρεθεί άμεσα το κλεμμένο όχημα.  Η Jessica μπορεί να βρήκε το αυτοκίνητο, αλλά έχασε την επιμέλεια των παιδιών της και πιθανότατα την ελευθερία της, καθώς αντιμετωπίζει κατηγορίες για ψευδείς ισχυρισμούς. 

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2017

Τα άλλα τρένα να περνούν (Τα αδημοσίευτα του Boem)

Ο προσανατολισμός μου πρέπει να θυμίζει αρκετά Χριστόφορο Κολόμβο. Ξέρεις, αυτό που ξεκινάς για τις Ινδίες και καταλήγεις να ανακαλύπτεις έναν νέο κόσμο, εκεί δίπλα στη Νέα Σμύρνη. Τις περισσότερες φορές αν δεν βάλω GPS για να πάω κάπου, το πιθανότερο είναι ότι θα χαθώ. Στην απευχθαία περίπτωση που είναι κλειστός ο δρόμος που πηγαίνω κάθε μέρα, θα κάτσω στο αυτοκίνητο και θα κλαίω, τρώγοντας πανικόβλητος τις τελευταίες προμήθειες μου στο δεκάλεπτο πιστεύοντας ότι θα μείνω εκεί για πάντα («Θα φάω κι αυτή τη Σοκοφρέτα. Ποιος ξέρει πότε θα ξαναφάω τώρα και χρειάζομαι ενέργεια, έχει κρύο»). Φυσικά το χειρότερο (για τους άλλους, όχι για μένα) είναι όταν μου ζητάει κάποιος οδηγίες στο δρόμο. Δεν είναι ότι δεν ξέρω, αλλά ντρέπομαι να του το πω και τον στέλνω όπου να ναι. Είναι ότι ξέρω αλλά μπερδεύομαι, δίνω λάθος οδηγίες και το συνειδητοποιώ αφού έχει ήδη ξεκινήσει ο τύπος για το τέρμα θεού. Συνήθως νοερά σημειώνω τι φορούσε για ενδεχόμενο amber alert και φεύγω προς την αντίθετη κατεύθυνση, μην τυχόν με πετύχει και γίνω ρεζίλι. Δεν λες καλά που δεν ήμουν εγώ ο Μωυσής; Ακόμα θα περιπλανιόμασταν στην έρημο ψάχνοντας που διάολο στρίψαμε στον λάθος αμμόλοφο και ο Μεγάλος θα έβριζε που τον στήσαμε στο Σινά κι όχι τίποτα άλλο, κρατούσε και τις πλάκες.
Ο ξάδερφος μου από άλλη ήπειρο βρίσκεται εκεί έξω. Ένας νεαρός Κινέζος που δεν είχε χρήματα για εισιτήριο τρένου και ήθελε να περάσει την κινέζικη Πρωτοχρονιά σπίτι του (απόσταση 1700 χιλιομέτρων), αποφάσισε να διανύσει την απόσταση με το ποδήλατο. Ο νεαρός ξεκίνησε και ήταν ήδη ένα μήνα στο δρόμο έχοντας κάνει τα πρώτα 500 χιλιόμετρα, όταν τον σταμάτησε η τροχαία στα διόδια γιατί έκανε ποδήλατο σε αυτοκινητόδρομο, κάτι που απαγορεύεται.



Μετά από ένα μήνα που ζούσε στο δρόμο και σε Internet café, έκανε στην άκρη τη γενειάδα του για να μην μπλεχτεί στα πετάλια, έπιασε κοτσίδα το μαλλί του για να τους βλέπει και τους εξήγησε ότι έχει ξεκινήσει από το Rizhao πριν ένα μήνα και κάνει ποδήλατο ασταμάτητα για να προλάβει να φτάσει στο Qiqihar πριν την Πρωτοχρονιά. Ο αστυνομικός τον ξαναρώτησε αν είπε “Qiqihar” γιατί εκτός ότι τα άκουγε κινέζικα είχε και φασαρία ο αυτοκινητόδρομος και όταν το επιβεβαίωσε, του είπε ότι πήγαινε προς την αντίθετη κατεύθυνση.



Ο νεαρός δεν μπορούσε να διαβάσει χάρτες, οπότε ρωτούσε τους περαστικούς για οδηγίες και πιθανώς την κίτρινη φυλή της Κίνας (Inception με ρατσιστικό αστείο κρυμμένο σε προσβλητικό αστείο για τους ταξιτζήδες). Οι αστυνομικοί τον λυπήθηκαν τόσο πολύ που, αφού τον συνέφεραν από κάτι μικρά εγκεφαλικά, «τσόνταραν» όλοι μαζί με τη βοήθεια των εργαζομένων στα διόδια και του αγόρασαν ένα εισιτήριο για το τρένο. Ελπίζω ότι τον έβαλαν κιόλας και στο σωστό, αλλιώς ήταν ικανός παίζει να καταλήξει σε καμιά Ρωσία παραδείγματος χάριν.  

Και μιας και πιάσαμε τα τρένα, ας παραμείνουμε σε ένα από αυτά, απλώς λίγο πιο μακριά, στη Γαλλία. Ο λόγος για έναν 19χρονο και μια 18χρονη, γονείς ενός 7 μηνών βρέφους, των οποίων τα στοιχεία δεν έγιναν γνωστά. Το ώριμο ζευγάρι, που είχε μωρό πιθανότατα από επιλογή και όχι από κάποιο ατύχημα, επέβαινε σε ταχεία που διέσχιζε την Γαλλία. Όταν το τρένο έφτασε στο σταθμό της Μαν, κατέβηκαν για ένα γρήγορο τσιγάρο, με το γρήγορο τρένο να φεύγει, φυσικά με το μωρό μέσα.



Το περιστατικό έγινε αντιληπτό από συνεπιβάτες του βαγονιού που είδαν τους δύο νεαρούς να είναι ακόμα στην πλατφόρμα και το μωρό στο κάθισμα μόνο του, οπότε ειδοποίησαν τους ελεγκτές. Για λόγους ασφαλείας η ταχεία δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω, οπότε συνέχισε το δρομολόγιο του και αποφασίστηκε το ζευγάρι να παραλάβει το απολεσθέν μωρό στον επόμενο σταθμό της Ανζέ, μόλις 100 χιλιόμετρα μακριά, παίρνοντας το επόμενο τρένο. Τουλάχιστον θα είχαν χρόνο να κάνουν μερικά τσιγάρα ακόμα, καθώς περίμεναν. Το μωρό ανέλαβε να προσέχει ένας από τους ελεγκτές, πιθανότατα με γυναικομαστία, ώστε να έχει την αίσθηση της μάνας του όσο περίμενε. Κι εσύ κάθε φορά που σηκώνεσαι από τη θέση σου σε κάποιο ταξίδι, αγχώνεσαι μήπως ξεχάσεις κανέναν φορτιστή…
Και με όλη αυτή την τρέλα που υπάρχει γύρω και στα τρένα, απορώ που σήμερα το πρωί είδα κάποιον να κυκλοφορεί στον ηλεκτρικό με μάσκα θαλάσσης στο κεφάλι του. Ειλικρινά, πέρασε από μπροστά μου τύπος με μάσκα περασμένη στο κεφάλι του. Τώρα ή τρελός ήταν ή χειμερινός κολυμβητής, χωρίς το ένα να αποκλείει το άλλο ή να διαφέρει και πολύ. Γιατί για να πέφτεις καταχείμωνο στα παγωμένα νερά, κάποιο θέμα θα υπάρχει. Την πετριά την έχεις φάει είτε βουτάς για να βγάλεις τον σταυρό, ψάρια, γκόμενα ή να την βγάλεις σπίτι με αναρρωτική λόγω πνευμονίας. Είναι ένα επίπεδο κάτω από το να ποστάρεις πράγματα στο Facebook για να τιμήσεις κάτι («Ποστάρω αυτό το κείμενο για να τιμήσω τα θύματα του κόκκινου σκατζόχοιρου, αλλά δεν θα δώσω χρήματα σχετικά») ή ακόμα χειρότερα, από το να κοινοποιείς κάτι προφανές για να δείξεις ότι συμφωνείς («Ο βασανισμός των ζώων πρέπει να σταματήσει. Κοινοποίησε το αν συμφωνείς»). Λογικά οι βασανιστές ζώων το λαμβάνουν πολύ σοβαρά υπ’ όψιν τους.

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2017

Λατρεμένοι αστικοί μύθοι, του Λαμόγιου


Γράφει ο Λαμόγιος



Στο σύμπαν που αγάπησα και μετρώντας ήδη 31 χρόνια ζωής, χωρίς παύσεις, χωρίς διακοπές, κάποιες από τις αναμνήσεις διαπιστώνω πως τελικά είναι πολύ πιο όμορφες απ’ότι νόμιζα. Μας ταξιδεύουν στην παιδική ηλικία -συνήθως, αλλά ταυτόχρονα μας κάνουν να αναλογιζόμαστε πόσο σημαντική είναι η γραφικότητα στη ζωή μας.


Γι’αυτό και θα σχολιάσω 3
αστικούς μύθους σήμερα.



α) Ίσως από τους πιο αγαπημένους, αυτός του ταξιδιώτη φίλου μας. Αυτός ήταν 3-4 χρόνια μεγαλύτερος από εμάς, συνήθως, οι γονείς του δεν τον άφηναν να τον προσέχει η γιαγιά, είχαν ξεπεράσει δηλαδή τη φάση να ξεφορτωθούν το βλαστάρι τους για να κάνουν λίγο παραπάνω σεξ αφού είχαν βαρεθεί τόσα χρόνια, οπότε τον είχαν από κοντά. Έτσι θα ήταν λιγότερο βαρετά για τους ίδιους και στην προσπάθεια τους να τον προσέχουν θα ξέχναγαν την άνοια τους.

Το ταξίδι, φυσικά, ήταν
κατά τα Χριστούγεννα και πάντα, μα πάντα, ο προορισμός ήταν η Γερμανία. Στην Ελλάδα εξ’άλλου όλοι έχουν θείο στη δίωξη ή θεία στη Γερμανία.

Εκεί που ο 14χρονος Παναγιώτης περπατούσε με τους γονείς του στη Χάκενστράσε, πηγαίνοντας να φάνε βουρστ με καυτερή μουστάρδα, είδε κάποιον να περνάει το φανάρι με κόκκινο. “Αστυνομικός τον εντόπισε και επιτόπου του έκοψε πρόστιμο ύψους 5.000 δραχμών!”, εξομολογείται ο Πάνος!

Τόσο αυστηροί και σοβαροί στη Γερμανία, σε αντίθεση με μας που πετάμε κάτω τις τσίχλες.

Το παραπάνω είχε και διαφορετική εκδοχή. Μεγαλύτεροι ήταν οι αφηγητές εδώ, έχω την εντύπωση πως ήταν δάσκαλοι που ζήλευαν το storytelling των ταξιτζήδων. Το πρόστιμο των 5.000 δραχμών σε αυτή την περίπτωση το πλήρωνε κάποιος που “πέταξε χαρτάκι στο δρόμο και όχι στον κάδο!”.

Τα θαυμαστικά υποδηλώνουν αυτό που ξέρετε. Ήταν έκπληκτοι με τη συμπεριφορά των Ελλήνων.

Πιθανό επάγγελμα που ακολουθεί ο παραπάνω ψευτράκος: ενοχλητικός πολυλογάς σερβιτόρος

Επιστρέφουμε στην Ελλάδα, στην αγαπημένη περίοδο των παιδιών. Τα Χριστούγεννα.

β) Εδώ έχουμε πρώιμο παπατζιλίκι αφού μέχρι και 9χρονα προσπαθούν να εντυπωσιάσουν. Πως; φυσικά με το να διαδίδουν πως βγήκαν από τις 6 για κάλαντα και έκατσαν μέχρι τις 12 το βράδυ. Αυτός είναι ο πρώτος υπο-μύθος.

Το βασικό τους παραμύθι ήταν ότι μάζευαν από το πρωί έως το μεσημέρι, σε ένα 6-8ωρο ας πούμε, ποσό κοντά στις 20-40 χιλιάδες δραχμές. Το έχουμε δει πολλάκις γραμμένο, σε διάφορα γκρουπ νοσταλγίας και memes “παραμονή χριστουγέννων... όταν έβγαινες για κάλαντα στις 7 και γυρνούσες με gameboy στις 2”.

Το gameboy τότε είχε 25-30.000 δρχ. Ο 10χρονος αρχιψευτάκος το πολύ να μάζευε 5-7.000 δρχ. Το gameboy του το έπαιρναν οι γονείς.

Πιθανό επάγγελμα που ακολουθεί ο παραπάνω ψευτράκος: επαγγελματίας οπλίτης, τεχνίτης γύρου

Και μεταφερόμαστε στο κέντρο της Αθήνας το 2015, καλοκαιράκι νομίζω.


γ) “Την έχεις δει αυτή τη γιαγιά που ζητιανεύει απέναντι από το Μουσείο; αυτή φίλε δεν ξέρει τι έχει, διαμερίσματα, σπίτια στο κέντρο, όλα τα νοικιάζει και βγαίνει και ζητιανεύει γιατί θέλει λεφτά, αρρώστια φίλε”.
Αυτό το έχω ακούσει από συγγενικό πρόσωπο. Έκπληκτος την άκουσα και από άτομο άσχετο, στο δρόμο που έκοβε βόλτες η τύπισσα. Της έδωσα για την ακρίβεια ένα ευρώ, με πιάνει ο σεκιουριτάς εκεί δίπλα και μου λέει “φίλε, τσάμπα τις έδωσες χρήματα, αυτή είναι πλούσια που βγαίνει και ζητιανεύει. Ξέρεις πόσα σπίτια έχει;”. Χαμογέλασα και έφυγα.

Περνάει καιρός, πολύς καιρός.

Είμαστε για καφέ στην πλατεία Αγ. Ειρήνης. Όπως τα λέμε με τους φίλους μου, έρχεται ένας πιτσιρικάς, ζητιανεύει, εγώ και άλλος ένας δίνουμε ό,τι μπορούμε. Έρχεται ένας άστεγος μετά από λίγη ώρα, ξαναδίνουμε. Ο τρίτος φίλος μας δεν έδινε και αρχίζει να μας λέει μια ιστορία για έναν παππού στη δική του γειτονιά. Χαλάνδρι; κάπου εκεί.
Έχουμε ένα ζητιάνο στη γειτονιά… ο τύπος δεν ξέρει τι έχει. Σπίτια, διαμερίσματα. Αλλά ζητιανεύει!”.
Ρε συ, αστικός μύθος είναι αυτό. Και μένα μου έχουν πει για μια γιαγιά στη γειτονιά μου ακριβώς τα ίδια, τι στο διάολο, συντονισμένοι είναι οι ηλικιωμένοι με πολλά σπίτια για να ζητιανεύουν; δεν τα πιστεύω αυτά”.
Δεν ξέρω ρε συ, πάντως αυτός στη γειτονιά μου είναι γνωστός”.
Δε μου λέει κάτι αυτό ρε. Παντού ακούγονται ίδιες ιστορίες”.

Η κουβέντα ψιλοαλλάζει, περνάει κανένα 20λεπτο και έρχεται πάλι ένας παππούλης. Του ξαναδίνουμε το κάτιτις.

Εκεί το παράλληλο σύμπαν της γραφικότητας συγχρονίζεται με αυτό στο οποίο ζούμε, ο κύκλος τετραγωνίζεται με κανόνα και διαβήτη, το pillowfights είναι σειρά λογοτεχνικών διηγημάτων νομπελικού βεληνεκούς, οι φίλαθλοι του ΠΑΟ έχουν σεξουαλική ζωή κ.λπ.

Πετάγεται λοιπόν ο σερβιτόρος και μας λέει: “σας είδα που δίνατε χρήματα σε αυτό τον παππούλη. Να σας πω κάτι επειδή ξέρω προσωπικά ποιος είναι. Ο τύπος έχει σπίτια εδώ στο κέντρο, σε αυτή την περιοχή κι όλας. Δεν ξέρει τι έχει. Απλώς έχει αυτή την αρρώστια με τα χρήματα. Και να σας πω πως ένα διαμέρισμά του το νοικιάζει φίλος. Μια φορά αυτός ο φίλος δεν είχε πληρώσει το ενοίκιο στην ώρα του, δεν είχε χρήματα. Του μιλάει και του λέει πως θα τον πληρώσει μετά από μια εβδομάδα, δεν έχει ούτε να φάει αυτή τη στιγμή. Και του απαντάει ο γεράκος “αν δεν έχεις να πληρώσεις φεύγεις, δε με νοιάζει αν δεν έχεις να φας”. Πολύ σκληρός κι όλας. Απλά σας το λέω επειδή σας είδα να του δίνετε χρήματα”.

Όλοι γνεύσαμε καταφατικά το κεφάλι… ο τρίτος της παρέας νομίζω πήρε το μήνυμα.

Πιθανό παρελθόν σερβιτόρου: πιτσιρικάς που έκανε χριστουγεννιάτικες διακοπές στη Γερμανία

Γενικά, όλοι αυτοί είναι εκεί έξω. Και λίγο διαστρεβλωτικά υποτιμούν την αλήθεια -ακούσια- με τόσο όμορφα διεστραμμένο τρόπο. Γι’αυτό και τους αγαπάμε. Γιατί μπορεί να ψιλοσπαζόμαστε όταν ακούμε χαζομάρες που δεν ισχύουν
αλλά μένουν στο μυαλό μας, συντηρώντας νοσταλγία και muscle/nose/κ.λπ. memory.

 Τελικά, αν το καλοσκεφτούμε, τα ψέμματα είναι φαντεζί κι ενδιαφέροντα, η αλήθεια βαρετή.