Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Καθημερινές στιγμές αμηχανίας, πρώτο μέρος

Υπάρχουν καθημερινά στη ζωή μας πολλές στιγμές αμηχανίας σε διάφορους βαθμούς. Αναλόγως πόσο νευρωτικός και «περίεργος» είσαι, μπορεί να κυμαίνονται από κάτι απλό τύπου να φωνάξεις τον σερβιτόρο ή επιπέδου πρώτου ραντεβού, με την αμηχανία να μοιάζει πιο πυκνή κι από την τρίχα στο στήθος καμακιού των ‘80s. Ας δούμε μερικές στιγμές γεμάτες αμηχανία από αυτές που νιώθει μόνο ο σύγχρονος άνθρωπος της πόλης και θα έκανε άνθρωπο περασμένων δεκαετιών να τον κοιτάει με απορία και ύφος «τι να έχει το παιδί». 

Η συζήτηση στο ασανσέρ



Τα θέματα που αναλύονται είναι πάντα τα ίδια: «τι κάνετε κυρία Άννα;» Για να σου απαντήσει μηχανικά «Καλά αγόρι μου, εσύ;» και μετά να σου πει πως είναι όμως λίγο μπουκωμένη και έχει και αλλεργίες σε 28 διαφορετικά φυτά και σκόνες. Ο καιρός πάντα αναφέρεται ως θέμα, με τον συνομιλητή να συμφωνεί πάντα, χωρίς να μπορεί να πει κάτι άλλο και η συζήτηση πεθαίνει εκεί, ίσως από ασφυξία από την αυξανόμενη αμηχανία. Συνήθως ακούγεται και κάποια άκυρη παρατήρηση τύπου «Πήγατε για ψώνια ε;», ενώ ο συνομιλητής είναι φορτωμένος σαν γαϊδούρι με σακούλες Supermarket ή απλώς ματιών.

Η τοποθέτηση των πραγμάτων στη σακούλα του σουπερμάρκετ



Ενώ η ταμίας ρίχνει αδυσώπητα και ασταμάτητα τα επόμενα πράγματα, εσύ ακόμα πασχίζεις να πληρώσεις, γεμίζοντας παράλληλα και τις σακούλες. Bonus ο επόμενος πελάτης, ο οποίος έχει ήδη έρθει δίπλα σου και περιμένει σαν γύπας στο Λούκυ Λουκ. Η αμηχανία θα μεγαλώσει κι άλλο από κάποια πτώση του πορτοφολιού, του γυάλινου μπουκαλιού μαγιονέζας light ή απλώς της αυτοπεποίθησής σου. Εκτός του ότι όλοι κοιτάνε τα πράγματα που αγόρασες κι εσύ νιώθεις σαν να περνάς εξετάσεις («Ωπ, τι βλέπω; Ολικής άλεσης ε; Αυτό σε μάρανε, δίπλα στα πατατάκια»), προσπαθείς να ανοίξεις την σακούλα, δεν τα καταφέρνεις και την φυσάς όπως έχεις δει να κάνουν με χάρη. Η σακούλα φυσικά και δεν ανοίγει, πετάς σαλάκια παντού σαν ασθματικό παιδάκι που φυσάει κεράκια στην τούρτα γενεθλίων και καταλήγεις να σαλιώνεις δάχτυλο και να ανοίγεις ντροπιασμένος την σακούλα υπό το βλέμμα αποδοκιμασίας και σιχασιάς των υπολοίπων. Το σαλιωμένο σου δάχτυλο θα δώσει την κάρτα στην ταμία για πληρωμή, η οποία θα φροντίσει να την πιάσει όσο πιο στην άκρη γίνεται και αν μπορούσε, είσαι σίγουρος ότι θα έβγαζε να φορέσει γάντια.  

Διάσχιση δρόμου

Ανάβει το κόκκινο φανάρι για τα αυτοκίνητα και εσύ ξεκινάς να διασχίσεις τον δρόμο. Για κάποιον, πραγματικά ανεξήγητο λόγο, αν δεν έχει άλλους πεζούς, έχεις την εντύπωση (και ίσως συμβαίνει) ότι σε κοιτάνε όλοι. Νιώθεις αμηχανία σε σημείο να μπερδεύεις τα βήματα σου ή να σκοντάφτεις.

Γραμμή τερματισμού

Το να περπατάς στην ίδια ταχύτητα με τον διπλανό σου στο δρόμο. Προχωράς λίγο πιο γρήγορα για να τον προσπεράσεις και να μην περπατάτε δίπλα-δίπλα σαν δρομείς σε τερματισμό και επιταχύνει κι αυτός. Κάνεις δεξιά περνώντας μέσα από φυλλωσιές, συρματοπλέγματα, έναν στίβο μάχης και κάτι άλλα εμπόδια για να τον προσπεράσεις, μόνο και μόνο για να τον βρεις πάλι δίπλα σου.

«Μα ντράπηκα να στο πω»



Ο συνομιλητής σου έχει κάτι πχ μαρούλι/κρέας στο δόντι του. Όσο μιλάτε είναι το μόνο που βλέπεις. Ένα κομματάκι μαρούλι που πάει πέρα δώθε, γελάει και μένει πιστό πάνω του, σαν γιαγιά την Μεγάλη Εβδομάδα. Κάθε φορά που σκέφτεσαι ότι πρέπει να του το πεις, «παίζεις» όλα τα πιθανά σενάρια που θα εξελιχθεί ο διάλογος και όλα καταλήγουν στην αμηχανία και από τις δύο πλευρές. Μέχρι να σκεφτείς όλα αυτά, έχει έρθει κάποιος τρίτος, ο οποίος με τον που τον βλέπει του λέει για το μαρούλι/κραγιόν/γύρο στο δόντι. Έρχεται σε αμηχανία γιατί σκέφτεται ότι τόση ώρα το είχε και δεν του είπες τίποτα και εσύ, ακόμα πιο αμήχανος, προσπαθείς να πείσεις ότι δεν το είχες προσέξει και κοιτάς με ύφος «έλα ρε, δεν το είχα προσέξει».

Sound Of Silence

Η ησυχία που υπάρχει όταν κουρεύεσαι, είσαι σε ταξί χωρίς μουσική κλπ. Η αμηχανία που προκαλείται σε πολλές περιπτώσεις φέρνει λογοδιάρροια, με ακατάσχετη και ακατάληπτη φλυαρία για ένα άκυρο θέμα, μόνο και μόνο για να μην ακούς τις σκέψεις σου. Σε άλλες περιπτώσεις, απλώς κατεβαίνεις από το ταξί («αφήστε με εδώ καλύτερα») και περπατάς 12 χιλιόμετρα. Αν πρόκειται για κουρέα, μένεις με το μαλλί του Skrillex ή της Άννας Βίσση, τότε που δεν διαφήμιζε κολλαγόνα.

Τηλεφώνημα στα Μ.Μ.Μ.

Σε παίρνει τηλέφωνο η καινούρια κοπέλα σου, ενώ είσαι σε γεμάτο λεωφορείο. «Έλα…Στο λεωφορείο…Ναι, και μένα. Όχι, όχι δεν έχω κάτι. Ναι, είμαι στο λεωφορείο. Όχι, βρε καμία σχέση με το χτεσινό συμβάν. Ναι, ναι, ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ». Η αμηχανία σου προκαλεί ιδρώτα, ο οποίος σου προκαλεί περισσότερη αμηχανία και ματιές από τους δίπλα επιβάτες. Οι γύρω σου ακούνε σχεδόν και τις δύο πλευρές, παρ’ όλες τις προσπάθειες σου να χαμηλώσεις την ένταση, γελώντας μάλιστα σε άκυρα σημεία του διαλόγου επειδή δεν ακούς ούτε εσύ στο τέλος.

«Έχετε τελειώσει;»



Η χειρότερη και πιο αμήχανη στιγμή σε ένα εστιατόριο είναι όταν, έχοντας τελειώσει το φαγητό, έρχεται ο σερβιτόρος να απομακρύνει τα πιάτα. Υπάρχουν περιπτώσεις που με το που σηκώσει το πιάτο σου για να το μαζέψει, ο λεκές της λαδιάς από κάτω, δεν έχει φτάσει μόνο μέχρι το τραπεζομάντηλο, αλλά μέχρι και το ίδιο το ξύλο, ποτίζοντας ό, τι μπορεί να ποτίσει. Σε άλλες περιπτώσεις, όταν μαζέψει την χαρτοπετσέτα, διαπιστώνει ότι σαν άλλο kinder έκπληξη έχει μέσα το μισοφαγωμένο και σαλιωμένο κομμάτι μπριζόλας που έβγαλες γιατί «να μωρέ είχε ένα ξυγκάκι εκεί» και φρόντισες να το τυλίξεις στοργικά στην χαρτοπετσέτα, σαν φρεσκογεννημένο Χριστό σε φάτνη.   

Η μαρμότα της ιστορίας


Κάποιος ξεκινάει να σου λέει μια ιστορία. Δεν τον ξέρεις τόσο καλά για να τον διακόψεις και να του πεις ότι στην έχει ξαναπεί σε βαθμό επανάληψης επεισοδίου «Κωνσταντίνου και Ελένης». Κάθεσαι στωικά και ακούς την ιστορία για πολλοστή φορά, αναγκασμένος να γελάς σε συγκεκριμένα σημεία, καθώς σε κοιτάει και γελάει. Το τέλος της ιστορίας αλλάζει σε κάθε εξιστόρηση αυτής κάνοντας σε να πιστεύεις ότι δεν μιλάς με τον φίλο σου τον Σωτήρη, αλλά με κάποιον άλλο με επίθετο να τελειώνει σε –Σεν και μικρό όνομα Χανς Κρίστιαν. Σε χειρότερη αμηχανία σε φέρνουν οι άνθρωποι που επιλέγουν να απευθύνουν σε εσένα, από όλη την παρέα, ένα ανέκδοτο και εσύ να είσαι αναγκασμένος να γελάς, ενώ οι άλλοι έχουν την ελαστικότητα προσώπου κυρίας με μπότοξ.   

Τέλος πρώτου μέρους

Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017

Καθυστερήσεις...

Οι παλαιότεροι θα θυμούνται τις εποχές προ κινητών τηλεφώνων, στις οποίες τα ραντεβού δίνονταν σε κάποιο κεντρικό μέρος («Έξω από το Metropolis») και όφειλες να ήσουν στην ώρα σου, αφού δεν είχες τρόπο να ειδοποιήσεις για τυχόν καθυστέρηση. Ο μόνος τρόπος να ειδοποιήσεις ήταν στο σταθερό αν τον προλάβαινες πριν ξεκινήσετε ή να του τηλεφωνήσεις σε κάποιο καρτοτηλέφωνο απέναντι από το σημείο ραντεβού, αλλά μόνο αν παίζατε σε ταινία. Αν το ραντεβού ήταν ερωτικού χαρακτήρα και όχι επαγγελματικό ή φιλικό, μετά το πρώτο ακαδημαϊκό τέταρτο φοβόσουν ότι μία βρήκες να σε θέλει με το μαλλί καπελάκι και αυτή χτυπήθηκε από αμάξι ή ακόμα χειρότερα, το μετάνιωσε. Κάθε φορά που πλησίαζε κάποιος που έμοιαζε με το πρόσωπο που περίμενες, χαιρετούσες από μακριά μόνο και μόνο για να διαπιστώσεις όσο πλησίαζε ότι μάλλον δεν είναι αυτός και σίγουρα έγινες ρεζίλι.
Στην μετα-κινητή εποχή, τα πάντα άλλαξαν, οι περισσότεροι καθυστερούν γιατί ξέρουν ότι υπάρχει η σίγουρη λύση του τηλεφώνου ή ακόμα καλύτερα του μηνύματος/ messenger που δεν θα καταλάβει ο άλλος ότι είσαι ακόμα σπίτι ή στον Άγιο Νικόλαο («Είμαι Μοναστηράκι και φτάνω σε 5’»). Ένα έθιμο του μοντέρνου γάμου, (εκτός από τα 3ήμερα bachelor σε κάποιο νησί με την ιδέα της ταινίας Hangover ως πυξίδα, αλλά με την ουσία να είναι «δεν ξέρω που θα βρείτε τα λεφτά να έρθετε, εγώ εκεί θα το κάνω») είναι η αργοπορία της νύφης.
Φαντάζομαι ότι σκοπός είναι να «αγχωθεί» ο γαμπρός με την αργοπορία της νύφης και να φοβηθεί ότι πιθανόν το μετάνιωσε και θα τον παρατήσει στα κρύα μάρμαρα της εκκλησίας. Μοιάζει μια πολύ λογική κίνηση από την πλευρά της νύφης, η οποία έχει χάσει μερικούς μήνες από τη ζωή της να προγραμματίζει αυτό το γεγονός, που θα κάτσει ο θείος Τάκης που δεν μιλάει με την θεία Νίνα, αν θα σερβίρουν μοσχαράκι νουά ή κοτόπουλο και έχει περάσει τις τελευταίες 7 ώρες καθισμένη σε ένα σκαμπό με κόσμο να την βάφει, να τη χτενίζει και να την πρήζει.



Σε ένα γάμο στη Λάρισα, μια νύφη τηρώντας το έθιμο της καθυστέρησης (της χρονικής, όχι της άλλης, αλλιώς θα μιλούσαμε για Γαμοβάφτιση) έφτασε τα 45 λεπτά και τον παπά στα όρια του. Όταν έφτασε εν τέλει, ο παπάς την είδε, κλείδωσε την πόρτα του ναού και έφυγε. «Έχω μια δουλειά, θα επιστρέψω σε 45 λεπτά» είπε στο ζευγάρι, φωτογράφους κλπ και έφυγε. Όντως επέστρεψε μετά από 45 λεπτά και η τελετή ολοκληρώθηκε με μιάμιση ώρα καθυστέρηση, σαν ποδοσφαιρικός αγώνας με επεισόδια, χωρίς να ξέρουμε αν οι παπάδες ζήτησαν να αδειάσει η εκκλησία από τους θεατές για να συνεχιστεί η τελετή. Το ζευγάρι κατήγγειλε το περιστατικό στην Μητρόπολη, έχοντας την παράλογη πεποίθηση ότι έχει δίκιο και μόνο αυτοί μπορούν να στήνουν τον κόσμο.  

Στο Las Vegas, διαρρήκτες μπήκαν στην αποθήκη εταιρείας ερωτικών παιχνιδιών και έκλεψαν 30000 προφυλακτικά. Την επόμενη μέρα «ξαναχτύπησαν» την ίδια αποθήκη και έκλεψαν ερωτικά βοηθήματα και παιχνίδια. Την δεύτερη μέρα, τα κλοπιμαία ήταν αξίας 15000 δολλαρίων και συμπεριλάμβαναν 33 συσκευές για μασάζ στον προστάτη και άλλα 45 παιχνίδια. Εκτός του ότι οι συσκευές για μασάζ στον προστάτη μου ακούγονται τουλάχιστον επώδυνες, έχει ενδιαφέρον να μάθουμε γιατί 33. Είχε κι άλλες, αλλά για κάποιο λόγο ήθελαν μόνο 33 ή σήκωσαν όσες είχε και ήταν 33;



Η εταιρεία δημοσιοποίησε το γεγονός και εικόνες από τις κάμερες ασφαλείας από τον λογαριασμό της στο twitter, ενώ ο ιδιοκτήτης δήλωσε «Τι πάρτι ετοίμαζαν αυτοί οι διαρρήκτες; Θα μπορούσαμε να τους είχαμε σπονσοράρει. Μια πρόσκληση αρκούσε». Σίγουρα οι καιροί εκτός από εγγύς είναι και δύσκολοι, αλλά προφυλακτικά; Φαντάζομαι τύπους σε σκοτεινά σημεία της Πανεπιστημίου, με τις κλασσικές σακούλες γεμάτες κλεμμένα γυαλιά ηλίου, iPhone κλπ, αλλά με προφυλακτικά στη θέση τους. «Αδερφέ έχω καποτίτσα κομπλέ. Πάρε, καινούρια είναι, αχρησιμοποίητη, ούτε μια τρύπα δεν έχει. Να δες». Ας ελπίσουμε ότι οι διαρρήκτες δεν κάθισαν να δοκιμάσουν τα κλοπιμαία εκεί επί τόπου, γιατί οι κάμερες δεν θα είχαν μόνο τη διάρρηξη και κλοπή, αλλά και υλικό για ταινία του Σειρηνάκη με τίτλο «Οι κλέφτες της διπλανής (πίσω) πόρτας» ή έστω κάποιον άλλο, πιο εμπορικό.

Κλείνουμε την περιπλάνηση μας στον κόσμο του παράξενου, επιστρέφοντας σε πάτρια εδάφη και συγκεκριμένα στην Κρήτη.  Σε λύκειο του Ηρακλείου, οι μαθητές διαγωνίστηκαν στην έκθεση με θέμα το “Survivor”. Δυστυχώς δεν έγιναν γνστές περισσότερες λεπτομέρειες για το γεγονός, πχ αν αφορούσε κάποια συγκεκριμένη ομάδα ή την ανάλυση κάποιας τακτικής του Μάνατζερ Ράγκμπι ή ήταν κάποιο διαγώνισμα για το πόσα κιλά έχασε κάποιος παίκτης. Οι γονείς και μαθητές αντέδρασαν έντονα σχετικά με το γεγονός αυτό και εμείς φανταζόμαστε την καθηγήτρια να κατσαδιάζει κάποιον μαθητή («Γεωργίου παιδί μου, πάλι δεν είδες το χτεσινό επεισόδιο; Πως θα γράψεις σήμερα στο διαγώνισμα;») ή απλώς να βάζει διαγωνίσματα τις φορές που δεν πρόλαβε να δει το χτεσινοβραδινό επεισόδιο («Γράψτε μου τι έγινε στο χτεσινό επεισόδιο σε 500 λέξεις»).