Τρίτη 26 Μαΐου 2015

Αμήχανες και μη αλήθειες


Το σημερινό κείμενο δεν έχει κάποιο κεντρικό θέμα όπως τα σκυλοτράγουδα που μιλάνε για καψούρα και το αέναο κυνήγι της αγάπης του σεξ. Είναι ένα συνονθύλευμα από σκόρπιες αλήθειες που δημιουργούν την εντύπωση πως τα πάντα είναι προδιαγεγραμμένα (εκτός ίσως από το τέλος του “Lost” που πρέπει να γράφτηκε από έναν αγχωμένο και ιδρωμένο σεναριογράφο το βράδυ πριν γυριστεί).





Γαλλικός καφές (ή φίλτρου)

Ο γαλλικός καφές πίνεται μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις. Κανείς δεν λέει «ας φτιάξω μία κούπα να γουστάρω». Ο γαλλικός πίνεται μόνο στα πρωινά των ξενοδοχείων, σε σεμινάρια, όταν θα μείνεις όλη μέρα σπίτι και θες να έχεις μια κανάτα καφέ και να μη φτιάχνεις συνέχεια ή όταν έχεις πολλούς καλεσμένους (μεγαλύτερης ηλικίας που δεν θες να σε πρήξουν με φρέντο εσπρέσσο/καπουτσίνο με γάλα αφρικανοκινέζικης γαϊδούρας λες και τους έχεις καλέσει στα Starbucks). Η πιο σημαντική χρήση του γαλλικού είναι το επόμενο πρωί, όταν ζεσταίνεις (το χειμώνα, το καλοκαίρι το πίνεις έτσι) το υπόλοιπο που έχει μένει στην καφετιέρα και πίνεις σχεδόν αρχοντικά τον πρώτο καφέ της ημέρας, ΦΥΣΙΚΑ στην ίδια κούπα που έπινες χτες.



Ηλικιωμένοι και έργα στο δρόμο/μαγαζί που ετοιμάζεται

Τόσο κλασσικό, όσο και η εγγραφή σε γυμναστήριο τέλος Μαΐου. Θα τους δεις να περπατάνε με τα χέρια δεμένα πίσω από την πλάτη και να χαζεύουν για ώρα τους εργάτες που κάτι φτιάχνουν πίσω από παραπήγματα στο δρόμο. Το ίδιο συμβαίνει και με κάποιο μαγαζί που φτιάχνεται στη γειτονιά τους και κοντοστέκονται για ώρα ελέγχοντας την πορεία των έργων. Οι πιο τίμιοι και αγαπημένοι θα ρωτήσουν μετά από λίγο «τι φτιάχνετε παιδιά εδώ;» και θα μπουν να περιεργαστούν το χώρο, θα ευχηθούν καλές δουλειές (στους εργάτες) και θα αποχωρήσουν προς αναζήτηση νέου ανεγειρόμενου οικήματος.



Άκυρο πρωινό ξύπνημα

Σηκώνεσαι και κάτι δεν σου πάει καλά βλέποντας τα μισόκλειστα πατζούρια, αλλά δεν δίνεις σημασία. Ανάβεις την καφετιέρα, πηγαίνεις στο μπάνιο, πλένεις τα δόντια σου (όχι, αλλά με διαβάζουν και γυναίκες), δεν χέζεις (γιατί εξακολουθούν να με διαβάζουν και οι ίδιες ποτέ δεν χέζουν), βγαίνεις, ξεκινάς να ντύνεσαι και πάνω που πας να πιείς την πρώτη γουλιά καφέ κοιτάς το ρολόι σου και διαπιστώνεις ότι είναι 3 και όχι 6, όπως περίμενες. Όχι μόνο ξύπνησες άνετα, χορτασμένος από ύπνο και με τρομερή ενέργεια και διάθεση, αλλά όταν θα ξαναξυπνήσεις στις 6, θα σέρνεσαι και δεν θα μπορείς να κουνηθείς. Τουλάχιστον έχεις έτοιμο τον καφέ και το χέσιμο από το προηγούμενο ξύπνημα.



Άδικη ενοχοποίηση της Δευτέρας για όλα τα δεινά του κόσμου

Η Δευτέρα εδώ και εκατονταετίες έχει στοχοποιηθεί και θεωρείται αδίκως ως η πιο μισητή ημέρα. Η καημένη η Δευτέρα έρχεται μετά το Σαββατοκύριακο, είσαι ακόμα ξεκούραστος, θα πας στη δουλειά με την ανάμνηση του διημέρου, θα πεις τις ιστορίες και τα ξεφτιλίκια σου στους συναδέλφους, όλοι υπολειτουργούν και γενικώς η μέρα θα περάσει σχεδόν αναίμακτα. Οι χειρότερες είναι οι Τρίτες που η Παρασκευή δεν φαίνεται καν στον ορίζοντα και το Σαββατοκύριακο μοιάζει να συνέβη πριν 20 μέρες. Η Δευτέρα έχει αποκτήσει το κακό της όνομα από δικά μας λάθη καθώς χρησιμοποιείται πάντα ως εναρκτήρια ημερομηνία για πράγματα που ποτέ δεν κάνουμε: δίαιτα, διακοπή καπνίσματος, διακοπή κολλήματος με τον Τάκη «που με θέλει μόνο για το κορμί μου και έχω φτάσει 34 και πρέπει να αποκατασταθώ κλπ». Να μείνεις με την Κυριακή που σου προκαλεί κατάθλιψη ρε περίεργε τότε.    



Η αμηχανία του τυχαίου αγγίγματος στο μετρό

Είσαι στο μετρό ένα κοιμισμένο πρωί Δευτέρας που το μόνο που κρατάει τα μάτια σου ανοιχτά είναι ο χτεσινός γαλλικός της πρώτης παραγράφου. Απλώνεις τα χέρια να κρατηθείς από το στύλο και κατά λάθος ακουμπάς το χέρι κάποιου άλλου. Δημιουργείται μια στιγμιαία αμηχανία στους κατόχους και των δύο χεριών. Η διαδικασία «επούλωσης» της αμηχανίας είναι η εξής: Κοιτάς τον άλλον με βλέμμα «συγγνώμη, δεν κοιτούσα» και ο άλλος θα πρέπει να κάνει το επιβεβαιωτικό νεύμα με το κεφάλι ότι «είναι οκ» και το ταξίδι θα συνεχιστεί. Αν ο άλλος δεν κάνει το νεύμα αγχώνεσαι προσωρινά και προαιρετικά ζητάς συγγνώμη. Σε κάθε περίπτωση, υπεύθυνος για τη λύση του θέματος είναι ο τύπος του οποίου το χέρι αγγίχτηκε, ο οποίος θα πρέπει να δώσει τέλος. Σε πολλές περιπτώσεις οι γύρω στυλοκράτορες που έχουν δει τι έχει συμβεί κοιτάζουν τον αγγιματοδέκτη με αγωνία και όταν τελικά κάνει το νεύμα, ένα ξεφύσημα ανακούφισης ακούγεται από όλο το βαγόνι.



Η αμηχανία του μπουκώματος πριν την έλευση του σερβιτόρου

Πεινάς σαν λύκος. Έχεις καθίσει για φαγητό και ο σερβιτόρος αφού έχει πάρει την παραγγελία σου, έχει φέρει σαλάτα και τα πρώτα ορεκτικά. Βάζεις στο στόμα μια μπουκιά τόσο μεγάλη που θυμίζεις πρωταγωνίστρια interracial anime με δακρυσμένα μάτια και  προσπαθείς να τη φέρεις βόλτα στο στόμα και να μην πνιγείς και κυρίως ξεφτιλιστείς. Εκείνη τη στιγμή είναι σίγουρο ότι θα έρθει ο σερβιτόρος να φέρει το επόμενο πιάτο και εσύ όχι μόνο θα είσαι σαν τον Σιλβέστρο όταν έχει βάλει στο στόμα τον Τουίτυ και εμφανίζεται η γιαγιά ιδιοκτήτρια, αλλά δεν θα έχεις τη δυνατότητα καν να πεις «ευχαριστώ» με αποτέλεσμα ή να φανείς αγενής ή να γεμίσεις το τραπέζι κομμάτια κολοκυθοκεφτέ και τυροκαυτερής.



Οι «βάζω background στο κινητό τη φάτσα μου»

Γιατί; Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι ζουν σε κάποιο κοινόβιο όπου όλοι έχουν iPhone 5 και θέλουν να βρίσκουν γρήγορα το κινητό τους; Γουστάρουν να βλέπουν συνεχώς τη μάπα τους και να ρωτούν τη Siri ποιος είναι ο πιο όμορφος; Πάσχουν από αλτσχάιμερ και πρέπει να θυμούνται κάθε τόσο ποιοι είναι; Δεν μιλάω για αυτούς που έχουν το γκόμενο/ γάτο/ κουνάβι τους ή οτιδήποτε άλλο, αλλά γι’ αυτούς τους σύγχρονους Νάρκισσους που για ανεξήγητο λόγο θέλουν να βλέπουν τον εαυτό τους παντού. 

Κυριακή 17 Μαΐου 2015

Θρησκοληπτικές παράνοιες, του Λαμόγιου

Γράφει ο Λαμόγιος

"Όλοι λένε για το πόσο σημαντικοί είναι οι ιατροί, αλλά στη μεγάλη ανάγκη θυμούνται τον Θεό και τους ξεχνάνε αυτούς!" – το αντέγραψα από κάποιο ανώνυμο φωτεινό μυαλό σε σοδιαλμιδιακή μου συζήτηση. Το έχω ακούσει επίσης πολλάκις και ενώ περίμενα να γελάσει στο τέλος αυτός που το ξεστόμισε, διαπίστωσα πως το εννοούσε.
Και μου ήρθε αρχικά στο μυαλό αυτό:



Εικ. 1. Ο Invisible Jesus την ώρα που παρακολουθεί φανατικό χριστιανούλη να επιχειρηματολογεί.

Πρόκειται για ένα από τα πιο δυνατά επιχειρήματα κάποιου «πιστού». Ίσως και το απόλυτο.
Θα μπορούσα να γελάσω ως 14χρονος κάγκουρας αυτή τη στιγμή και να γράψω «χα0χα0χα0».

Φυσικά και δεν ισχύει το παραπάνω παρά μόνο στην πολύ μικρή φαντασία κάποιου. Και αποτελεί διαπραγματευτική λογική το πολύ 12χρονου. Λογικό, καθώς μέχρι εκεί έχει αναπτυχθεί το συγκεκριμένο κομμάτι ευφυίας. Κρίμα κιόλας, αλλά
anyway, ας πρόσεχε, πρόβλημά του.

Με ενοχλεί πως το πιπιλάνε ιδιαίτερα οι χριστιανούληδες (οι οποίοι θυμούνται το Θεό τους όποτε τους συμφέρει), οι οποίοι παράλληλα, όταν πάθουν κάτι κάνουν σπριντ α λα Μπολτ ώστε να βρουν τους καλύτερους ιατρούς και αν μπορούν, να νοσηλευτούν στο καλύτερο νοσοκομείο.
Και ο κύκλος της ατέρμονης παράνοιας ανακυκλώνεται. Είναι κάπως έτσι:
α. είμαι χριστιανός και για να αποδείξω πως όλοι τελικά θέλουν μαζί τους τον Θεό, τους θυμίζω τι (πιθανώς) θα επικαλεστούν (σε μια τεράστια στιγμή ανθρώπινης αδυναμίας), παρουσιάζοντας τους το πόσο αδύναμος είναι ο άνθρωπος και πόσο ποταπά τα επιτεύγματά του, μπροστά στο μεγαλείο Του.
β. είμαι χριστιανός. Όταν με χτυπήσει μια αρρώστια, τρέχω απελπισμένος στους αδύναμους ανθρώπους, ώστε να επωφεληθώ άμεσα-βραχυ-μακροπρόθεσμα από τα ποταπά τους επιτεύγματα.
γ. είμαι χριστιανός. Νοσηλεύομαι από τους αδύναμους ανθρώπους και τις ποταπές μεθόδους τους, ωστόσο τα κόκκαλα κάποιας νεκρής θα συμπληρώσουν ή αποκαταστήσουν την ανικανότητα των αδύναμων ανθρώπων και των ποταπών μεθόδων τους, από τα οποία θέλω και έχω ανάγκη να επωφεληθώ όσο το δυνατόν γρηγορότερα.

δ. επιστροφή στο α.

Εν ολίγοις, η λογική τρέμει από το φόβο της μπρος στο τέρας του πνευματικού έμπολα. Το νανοχάμστερ που είχε φωλιάσει στο κεφάλι του παράφρονα για να καταβροχθίσει εγκέφαλο, ώστε να τραφεί, εξέπνευσε γρήγορα. Λόγω ασιτίας.
Όσοι είναι παρανοϊκοί σε αυτό το βαθμό, μπορούν κάλλιστα να επισκεφθούν κάποιον ψυχίατρο.
Και γιατί όχι, υπάρχουν ισχυρά αντικαταθλιπτικά που η χρήση τους είναι πια απαραίτητη. Και το καλύτερο part; δεν είναι παράνομη η χρήση τους.

*Σε πιο σοβαρό context, σκέφτομαι όλους αυτούς τους νοσηλευτές, ιατρούς, γενικά το ιατρικό προσωπικό. Το καθημερινό εργασιακό τους περιβάλλον. Μια δουλειά που σίγουρα δεν μπορεί να κάνει κάποιος εύκολα. Που σε φθείρει ψυχοσωματικά στο μέγιστο βαθμό.

Πως αντιμετωπίζονται; μα φυσικά σαν σκουλήκια.

Διότι ο χριστιανούλης που καταπιέζεται στο δικό του περιβάλλον επειδή δεν έχει οθόνη led, επειδή το νερό από τον ψύκτη έχει περίεργη γεύση κ.λπ κ.λπ, δε λαμβάνει υπόψιν του τι θα πει να περνάς όλη σου τη ζωή με αρρώστους, εξετάζοντας τους, ξεσκατίζοντας τους. Δεν έχει σκεφθεί πόσο ψηλά θα έπρεπε να έχει αυτούς τους ανθρώπους. Δεν κατανοεί πόσο τους υποτιμάει με τις άρρωστες ψευδαισθήσεις του.

Τι να κάνουμε όμως... έτσι κυλάει η ζωή εδώ στην πρώτη σύγχρονη πρωτεύουσα της Δυτικής Ευρωιρανικής Επαρχίας.

**Τέλος, θα μπορούσε να είναι (αν δεν είναι από κάποιον εξαιρετικά εμπαθή αντιχριστιανό) πολύ πολύ κακή τρολιά αυτό που γίνεται.

Το να πηγαίνεις ως «αριστερή» κυβέρνηση δυτικής χώρας τα κόκκαλα μιας νεκρής σε ένα νοσοκομείο, ιδίως σε αντικαρκινικό, έχει για τους ασθενείς λίγο σκληρή σημειολογία.