Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Ιστορίες από την άγρια νιότη μας, μέρος πρώτον

Στο δρόμο, του Τζακ Κ(σ)έρ(ν)ουακ

Τω καιρώ εκείνω που τα χρόνια μας ήταν λιγότερα, τα βράδια μας μακρύτερα και το συκώτι μας αγνότερο, είχαμε στέκι ένα μαγαζί χαμηλά στο Θησείο. Εκεί από τα τελευταία πριν βγεις στην Πειραιώς, μακριά από τα τρέντυ μαγαζιά με τους κράχτες, τις plasma τηλεοράσεις (τότε ήταν απλώς LCD) και τις κυριλέ γκόμενες (που δεν ήταν ότι δεν μας άρεσαν, αλλά ποτέ δεν μας κάθονταν).
                Ένα βράδυ με πολλά λίτρα αλκοόλ, το οποίο είχε προστεθεί στον οργανισμό μας κυρίως με τη μορφή σφηνακίων (και ηλίθιων συνδυασμών ακόμα πιο κυρίως), φύγαμε με τους 2 κολλητούς μου να πάμε στα σπίτια μας. Εγώ σε τέτοιες φάσεις και μετά από κραιπάλες φρόντιζα να μένω στο σπίτι της γιαγιάς μου η οποία είχε πάντα στρωμένο ένα κρεβάτι και ποτέ τη διάθεση να δει την ώρα (ή την κατάσταση) που γύρισες. Οι δύο κολλητοί μου έμεναν 45 χιλιόμετρα από το κέντρο με αποτέλεσμα να παίρνουν ένα αυτοκίνητο και να οδηγεί ο περισσότερο νηφάλιος ή πιο σωστά, ο λιγότερο μεθυσμένος.
                 Αφού τα πρώτα περιεχόμενα του στομαχιού είχαν ήδη εκκενωθεί στη διαδρομή προς το αυτοκίνητο, καταφέραμε να μπούμε με τον εξής τρόπο: ο κολλητός Χ ως λιγότερο κομμάτια έκατσε στη θέση του οδηγού, ο Ψ συνοδηγός και αφού εμένα θα με άφηναν στα Πατήσια έκατσα πίσω από τον συνοδηγό, αν και πιο ψηλός. Η κατάσταση ήταν δύσκολη και η αντάρα στο στομάχι θέριευε με κάθε λακκούβα και λεπτό που περνούσε. Ανοιχτά παράθυρα για να μας φυσάει ο αέρας, τα ρεψίματα ήταν απαγορευμένα, όπως και κάθε λέξη που έφερνε στο νου αλκοόλ.
                Κάποια στιγμή καταφέραμε και φτάσαμε στα Πατήσια, με άφησαν να συρθώ μέχρι την εξώπορτα και αφού τους ευχήθηκα καλή επιστροφή, επιτυχία, Παναγιά και γενικά ό,τι είχα σε ευχή εκείνη την ώρα που αγαπάς τους πάντες, εκτός από το στομάχι σου που μισεί οτιδήποτε υπάρχει μέσα του, έπεσα να ξαπλώσω. Η συνέχεια της ιστορίας έχει ως εξής: Κάπου στην εθνική Οδό στο ύψος της Μεταμόρφωσης ακολουθεί η εξής στιχομυθία:

-          - Ρε συ Χ, πρέπει να ξεράσω, σταμάτα ΤΩΡΑ κάπου!
-          - Δεν μπορώ να σταματήσω εδώ πουθενά
-          - Δεν παίζει σου λέω, ξερνάω
-          - Άνοιξε παράθυρο και βγάλε κεφάλι απέξω

Όντως, ο Ψ βγάζει κεφάλι και αρχίζει και ξερνάει στην εθνική. Όλα (σχεδόν) καλά μέχρι εδώ. Μετά από 50 δευτερόλεπτα όμως που το αλκοόλ ξεκόλλησε από τα γρανάζια του μυαλού ακολουθεί  και η εξής στιχομυθία:

-          - Πω ρε φίλε, έγινε μαλακία
-          - Τι ρε συ Ψ;
-          - Ο μαλάκας ο Ψηλός είχε αφήσει ανοιχτό το πίσω παράθυρο  

Το αποτέλεσμα ήταν το κάθισμα και το πίσω παρμπρίζ να γίνουν σκατά και ο ταλαίπωρος και μεθυσμένος Ψ να καταλήξει να καθαρίζει 5 η ώρα το πρωί το αυτοκίνητο της αδερφής του με ένα wettex, καθώς σε λίγες ώρες θα σηκωνόταν να πάει στη δουλειά.. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου