Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2014

Μια λίγο διαφορετική μέρα

του Christof Wanderer

Η ώρα είναι 8:00 το βράδυ. Έφτασες σπίτι πριν λίγο, έχεις βάλει τη φόρμα σου και έχεις μόλις αράξει στην πολυθρόνα στο pc ενώ ετοιμάζεσαι να πιεις την πρώτη γουλιά από το ζεστό σου τσάι.

Χτυπάει το τηλέφωνο. Αφήνεις το ποτήρι κάτω με έναν αναστεναγμό και απαντάς.

Έλα.

Έλα, σε ψήνει να βγούμε για καμιά μπύρα;

Μπα ρε λέω να αράξω σπίτι.

Έλα ρε μην είσαι μούχλας.


* * * * *


Η ώρα είναι 4:00 το μεσημέρι και έχεις μόλις σχολάσει. Κουρασμένος, αλλά χαρούμενος λόγω Παρασκευής, σέρνεις το σαρκίο σου προς την έξοδο. Διαπιστώνεις ότι συνεχίζει να βρέχει καταρρακτωδώς ασθενές θειικό οξύ αλλά όλα κομπλέ γιατί έχεις καβατζωθεί με συνάδελφο που έχει αμάξι και θα σε πετάξει Αττική μαζί με έναν ακόμα συνάδελφο.

Μισή ώρα μετά είστε ακόμα στο δρόμο ο οποίος είναι πήχτρα επειδή προφανώς όταν βρέχει όλοι παίρνουν αυτοκίνητο. Έχετε αναλύσει όλα τα τελευταία της δουλειάς μιας και κινείστε με τη συνταρακτική ταχύτητα των δυόμισι χιλιομέτρων την ώρα. Διαπιστώνεις ότι σε ώρες σαν κι αυτές, αντίθετα από ότι θα περίμενες, βγαίνει η καλή πλευρά των ανθρώπων.

Πράγματι, άλλοι βγαίνουν χαλαρά από το αυτοκίνητο για να ρωτήσουν τον μπροστά οδηγίες γιατί έχουν χαθεί και άλλοι σταματάνε για να τραβήξουν φωτογραφίες από τον ορμητικό Κηφισό ο οποίος είναι έτοιμος να ξεχειλίσει. Τις φωτογραφίες αυτές θα τις περάσουν κατά πάσα πιθανότητα από φίλτρο σέπια (παρότι τα πάντα γύρω ήδη είναι πενήντα αποχρώσεις του γκρι – και δεν εννοώ γαμημένα) και θα τις ανεβάσουν στο instagram και το facebook (κατά πάσα πιθανότητα συνοδευόμενα από κάποιο βαθυστόχαστο σχόλιο για τη ζωή, το θάνατο ή τη χαμένη παιδική αθωότητα).

Δύο ώρες μετά το σχόλασμα πλησιάζετε στο σταθμό. Φυσικά και σε έχει πιάσει κατούρημα αλλά δεν μπορείς να κάνεις κάτι. Ή μάλλον μπορείς, αλλά δεν πρέπει. Ενώ ελίσσεστε με χάρη ανάμεσα στα αυτοκίνητα που έχουν τρακάρει μεταξύ τους αναρωτιέσαι πότε θα αρχίσουν οι σειρήνες και θα σκάσει ο πυραμιδοκέφαλος για να τους πάρει όλους ο διάολος.

Κατά τις 6:30 φτάνεις Αττική, αποχαιρετάς τους συναδέλφους, και περνάς ανάμεσα σε διακόσια περίπου άτομα που περιμένουν το λεωφορείο. Πολύ ευγενικά δε σε αφήνουν να περάσεις και πολύ ευγενικά περνάς σπρώχνοντας για να βρεις το δρόμο σου για την πλατφόρμα. Η επιγραφή σε ενημερώνει ότι το τρένο φτάνει σε δύο λεπτά, οπότε περιμένεις υπομονετικά δίπλα σε κάτι κυρίους που κάνουν πρόβα στο ακορντεόν και το ντέφι.

Βρίσκεις να κάτσεις αφού οι περισσότερο βιαστικοί, με γουρλωμένα μάτια που θυμίζουν αφηνιασμένο ταύρο, χώνονται παρασέρνοντας αυτούς που προσπαθούν να βγουν για να βρουν την πολυπόθητη θέση. Πέφτουν οι αναμενόμενες χριστοπαναγίες, πάντα υπό τη μουσική συνοδεία ακορνεόν και ντεφιού, και ξέρεις ότι όλα είναι όπως πρέπει να είναι.

Στην επόμενη στάση οι πόρτες ανοίγουν, ο κόσμος βγαίνει, άλλος κόσμος μπαίνει, μία αρμονία κινήσεων συνοδευόμενη από τη μουσική που σβήνει γιατί έχει πάει στο επόμενο βαγόνι.

Οι πόρτες δεν κλείνουν.

Περνάει ένα λεπτό, περνάνε δύο λεπτά, και με σφιγμένα τα δόντια περιμένεις την ανακοίνωση που ξέρεις ότι έρχεται.

Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι θα παραμείνουμε στο σταθμό για άγνωστο χρόνο λόγω σοβαρής βλάβης προπορευόμενου συρμού.

Οι άνθρωποι είναι κοινωνικά όντα. Οι άνθρωποι γουστάρουν να μοιράζονται πράγματα. Ειδικά όταν είναι νευριασμένοι και στο δρόμο για κάμποσες ώρες. Η κυρία με την πιο τσιριχτή φωνή θα πάρει τηλέφωνο τη φίλη της και θα της εξηγήσει υστερικά ότι δεν μπορεί να πιστέψει τι της συνέβη. Θα το επαναλάβει τόσες φορές που θα αγγίξει τα όρια της σαπουνόπερας. Θα συνεχίσει να το επαναλαμβάνει για το επόμενο μισάωρο που ο συρμός θα παραμείνει στο σταθμό.

Φυσικά κάποια στιγμή κατεβαίνεις από το τρένο, αλλά σκέφτεσαι ότι έχεις ακόμα δρόμο μέχρι το αυτοκίνητο που θα σε οδηγήσει στην Ιθάκη. Ο στωικισμός που επέδειξες έχει αρχίσει και ραγίζει. Ένας μικροσκοπικός παππούς μπροστά σου προχωράει με βήμα γρηγορότερο από όλους τους υπόλοιπους γύρω, οπότε σκέφτεσαι ότι θα ήταν καλή ιδέα να επιταχύνεις κι εσύ πίσω του. Ο παππούς σταματάει απότομα διότι μάλλον θυμήθηκε ότι έχει ξεχάσει το θερμοσίφωνα ανοιχτό και κάνει μεταβολή. Ξεστομίζεις ένα κοφτό συγγνώμη γιατί ίσα που καταφέρνεις να μην τον παρασύρεις ενώ το μυαλό σου ξαφνικά γεμίζουν σκέψεις από την αρχή διατήρησης της ορμής και την ελαστική κρούση σωμάτων. Το μυαλό είναι περίεργο πράγμα, καμιά φορά σκέφτεται τις πιο απίστευτες μαλακίες.

Ο παππούς θα αρχίσει να σου κάνει κήρυγμα και θα σου λέει για την εποχή του που όλα ήταν πιο πράσινα, που οι νέοι είχαν φιλότιμο και που δούλευε ακόμα στα Καμίνια στη φάμπρικα για να βγάλει δύο δραχμές και να αγοράσει τσιπικάο στα μικρά εγγόνια του. Όταν σταματήσει δε θα είσαι πια εκεί γιατί όσο μιλούσε είχες προχωρήσει άλλα διακόσια μέτρα και έφτανες στην καβάτζα που πάρκαρες.

Ένας άλλος οδηγός θα έρχεται γρήγορα για να περάσει δίπλα σου αλλά θα έχεις ήδη εντοπίσει τη λακούβα με το νερό και σύντομα θα σε συγχαρείς την προνοητικότητά σου γιατί το σημείο που βρισκόσουν ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν θα είναι περισσότερο υγρό. Μερικά βιαστικά βήματα μετά εννοείται ότι θα πατήσεις μέσα στην επόμενη λακούβα γιατί ποιος χρειάζεται επαρκή φωτισμό στις πόλεις. Εάν η σημερινή μέρα ήταν ταινία στο background θα έπαιζαν διάφανα κρίνα ή το μικρότερο βιολί του κόσμου.


* * * * *


Λοιπόν, λέγε ρε! Είσαι μούχλας;

Ναι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου